Κεφάλαιο 1: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το περιοδικό Μίκυ Μάους κυκλοφορεί αδιαλείπτως στη χώρα μας από το 1966. Από τότε έως σήμερα έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα χιλιάδες Disney ιστορίες από εκατοντάδες δημιουργούς σε πολλά διαφορετικά περιοδικά, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων από τις εκδόσεις Τερζόπουλου. Παρ' όλ' αυτά, οι συνθήκες εργασίας των σχεδιαστών στην Αμερική και σε άλλες χώρες, ήταν πολύ πιο δύσκολες απ' ό,τι τώρα. Το αποτέλεσμα ήταν πως για πολύ καιρό, ο κόσμος και πολύ περισσότερο οι Disney εκδότες από άλλες χώρες, δεν ήξεραν ποιος είναι ο δημιουργός της κάθε ιστορίας, αφού όλες υπογράφονταν από το όνομα του Walt Disney. Ανάμεσα στους πολλούς δημιουργούς, υπήρχε ένας που είχε ξεχωρίσει, όχι μόνο στην Αμερική αλλά και σε όσες άλλες χώρες εκδίδονταν ιστορίες τους. Επειδή κανένας δεν ήξερε το όνομά του, ονομάστηκε από τους θαυμαστές του ως ο "καλός σχεδιαστής". Ο καλός αυτός σχεδιαστής δεν ήταν άλλος από τον Carl Barks, ο οποίος στο μέλλον θα γνώριζε τεράστια επιτυχία, πολύ περισσότερη απ' όση θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Το 1984 η αμερικάνικη εκδοτική Another Rainbow εκδίδει σε τόμους τα άπαντα του συγκεκριμένου σχεδιαστή υπό την ονομασία "The Carl Barks Library". Από εκείνο το σημείο και πλέον ο σχεδιαστής έγινε πασίγνωστος σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, και πλέον αυτοί οι τόμοι αποτελούν συλλεκτικά αντικείμενα που χτυπάνε μεγάλες τιμές σε όλα γνωστά sites δημοπρασιών και όχι μόνο.
Στα της χώρας μας τώρα. Οι Έλληνες εκδότες πήραν είδηση αυτήν την έκδοση και ανακάλυψαν το όνομα του συγκεκριμένου σχεδιαστή. Το πλάνο τους ήταν να εκδώσουν τους τόμους σε μορφή βιβλίων όπως και η Another Rainbow, όμως σκέφτηκαν πως ο κόσμος δεν θα έδινε τόσα λεφτά για ένα όνομα το οποίο δεν γνωρίζει. Εκεί είπαν "θα φτιάξουμε περιοδικό" και εγένετω ΚΟΜΙΞ. Το 1988 κυκλοφορεί από τον Χρήστο Τερζόπουλο το πρώτο τεύχος του περιοδικού. Σε αντίθεση με ό,τι υπήρχε στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο, το Κόμιξ ήταν μία υπερπολυτελής έκδοση, που για πρώτη φορά απευθυνόταν σε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό. Εκείνη την εποχή τα κόμικς ήταν ακόμα λαϊκά αναγνώσματα στη χώρα μας, και δεν υπήρχαν πολλοί που ασχολούνταν με τους σχεδιαστές. Το Κόμιξ ήταν ένα περιοδικό που άλλαξε αυτήν την κατάσταση, διαφημίζοντας το όνομα του Carl Barks, και στη συνέχεια δημοσιεύοντας ιστορίες όχι μόνο από αυτόν αλλά και από άλλους κλασικούς σχεδιαστές. Ξεκίνησε ως ένα περιοδικό λίγων σελίδων (35-50) που είχε ως σκοπό τη δημοσίευση μίας μεγάλης περιπέτειας κυρίως από τον Carl Barks, αν και στη συνέχεια είδαμε πολλά άλλα ονόματα.
Μία εποχή που δεν κυκλοφορούσε κάποια πολυτελής μηνιαία έκδοση για αναγνώστες που θέλουν να μάθουν περισσότερα για το αγαπημένο τους ανάγνωσμα, ήρθε αυτό το περιοδικό. Στη συνέχεια εμπλουτίστηκε με άρθρα για την ιστορία των κόμικς ανά τον κόσμο, την ιστορία των εκάστοτε δημιουργών, μάθαμε τα ονόματα σχεδιαστών που δεν ξέραμε και μάθαμε και νέα ονόματα σχεδιαστών που δεν είχαμε ξαναδεί. Από τότε το Κόμιξ έχει εκδώσει ιστορίες δημιουργών που πλέον θεωρούνται κορυφαία ονόματα και με τεράστια επιρροή στον χώρο. Ο Carl Barks ήταν ο πρώτος, και στη συνέχεια μάθαμε για τους Romano Scarpa και Giorgio Cavazzano της ιταλικής σχολής, και τους Don Rosa, Al Taliaferro, Floyd Gottfredson, Paul Murry, Bill Wright κλπ από τους Αμερικάνους, just to name a few.
Ο Τερζόπουλος όμως όσο ακόμα σκεφτόταν τη δημιουργία του περιοδικού, δεν έμεινε μόνο εκεί. Παρά τις πρωτοπορίες που θα είχε το Κόμιξ σαν περιοδικό, ήθελε να είναι σίγουρος για την πορεία και το κύρος του. Εκεί πέρα αποφάσισε να επιστρατεύσει το αμερικάνικο ιστορικό περιοδικό Walt Disney's Comics & Stories, το οποίο είναι αυτό που συνέβαλλε τα μέγιστα στην πορεία του Κόμιξ. Έστησε όλο το περιοδικό στο στυλ του WDC&S. Τα αφιερώματα, η δομή, οι ιστορίες και το ιστορικό των δημιουργιών ήταν περίπου στο ίδιο στυλ. Επιπροσθέτως, ακολούθησε την αυξημένη τιμολόγηση παλαιότερων τευχών που είχαν ξεμείνει στο στοκ, προκειμένου να το κάνει συλλεκτικό. Έβαλε λοιπόν την ταμπελίτσα "Συλλεκτικό τεύχος" στην κάτω δεξιά γωνία κάθε τεύχους και ζήταγε υπερβολικά μεγάλα ποσά για τα παλαιότερα τεύχη. Μετά από 1-2 χρόνια από την κυκλοφορία του, έγραφε πως τα τεύχη πιάνουν τεράστιες τιμές στα μαγαζιά μεταχειρισμένων, χαριτολογώντας έλεγαν πως ίσως κάποιος συλλέκτης να γίνει πλούσιος μία μέρα πουλώντας τα παλιά τεύχη του. Το πρώτο τεύχος κοστολογήθηκε στις 80 δραχμές και στον κατάλογο αν δεν κάνω λάθος πουλιόταν προς 1.000 δραχμές ύστερα από κάποια τεύχη. Έχουμε δηλαδή ένα περιοδικό που εκδόθηκε σε πολλές χιλιάδες τιράζ, και απευθύνθηκε κατ' εξοχήν σε άτομα τα οποία θα το πρόσεχαν. Δεν είχε τόσο μεγάλο κίνδυνο από τις μαμάδες και τις γιαγιάδες, οι οποίες ήταν οι κύριες υπεύθυνες της καταστροφής της παιδικής ηλικίας πάρα πολύ μεγάλου ποσοστού αναγνωστών των παλαιότερων δεκαετιών. Ο Τερζόπουλος πέτυχε αυτό που ήθελε, και απέκτησε ένα κοινό που δεν έχανε κανένα τεύχος χάριν ολοκλήρωσης της συλλογής του, επομένως κέρδισε περισσότερους αναγνώστες, οι οποίοι ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα λεφτά στην εκδοτική προκειμένου να συμπληρώσουν τις τρύπες τους. Πλέον τα πρώτα τεύχη του περιοδικού πιάνουν άρρωστες τιμές, οι οποίες κατά τη γνώμη μου δεν δικαιολογούνται για ένα τέτοιο περιοδικό. Δεν γίνεται ένα περιοδικό να κοστολογείται περισσότερο από το αντίστοιχο αμερικάνικο που δημοσιεύτηκε η εν λόγω ιστορία για πρώτη φορά. Αλλά αυτό σηκώνει μεγάλη συζήτηση, γι' αυτό δεν θα αναφερθώ περαιτέρω σε αυτό.
Όσο πέρναγε ο καιρός, το περιοδικό αύξανε τις σελίδες του και την τιμή των τευχών του. Γνωρίζαμε ολοένα και περισσότερους δημιουργούς, βλέπαμε περισσότερα άρθρα και μαθαίναμε περισσότερα πράγματα. Το τεύχος 100 γιορτάστηκε με ένα πανηγυρικό υπερτεύχος το οποίο εκτός των άλλων, είχε μέσα το γενεαλογικό δέντρο του Don Rosa και το πρώτο από τα δώδεκα επεισόδια της ιστορίας "Ο Βίος και η Πολιτεία του Σκρουτζ Μακ Ντακ". Αυτή για εμένα και για πολλούς ακόμα αναγνώστες ήταν η χρυσή εποχή του περιοδικού και της εκδοτικής γενικότερα. Το 2004 για να γιορταστούν τα 2.000 τεύχη του περιοδικού Μίκυ Μάους, οι εκδόσεις Νέα Ακτίνα διοργάνωσαν μία σειρά από εκδηλώσεις, με αποκορύφωμα την επίσκεψη του Don Rosa στη χώρα μας. Ήρθε μία φορά στο Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης όπου πωλήθηκε για πρώτη φορά ο Βίος και η Πολιτεία σε σκληρόδετη έκδοση. Δεν θυμάμαι να έχω ζήσει μεγαλύτερο συνωστισμό στη ζωή μου, απορώ πώς άντεξε ο σχεδιαστής. Εκείνη την ημέρα πουλήθηκαν γύρω στα 400 κομμάτια που είχαν φέρει, και ζήτησαν άμεση παραγγελία άλλα 200 επειδή εξατμίστηκαν αμέσως. Μέχρι και τα βιβλία που είχαν πάνω στο σταντ του Rosa πωλήθηκαν. Και όλα αυτά συνέβησαν τη στιγμή που η επίσκεψη του Rosa στο συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο είχε ανακοινωθεί στο ΚΟΜΙΞ μία μόνο ημέρα πριν. Στην Ελληνοαμερικανική ένωση λίγες ημέρες αργότερα που ήταν και η επίσημη εκδήλωση έγινε τεράστιος χαμός. Η έκθεση ξεκινούσε στις 18:00, και εγώ όντας εκεί από τις 16:00 δεν ήμουν καν πρώτος. Αν και ήμουν στην πρώτη δεκάδα. Ο τύπος έδινε αυτόγραφα non stop από τις 18:00 έως τα μεσάνυχτα, δηλαδή 6 συνεχόμενες ώρες.
Από εκεί και πέρα όλα έδειχναν πως θα πάνε τέλεια στην εκδοτική. Ο Rosa αναφέρει πως η επίσκεψή του στην Ελλάδα ήταν μία από τις καλύτερές του εμπειρίες και πέρασε super. Το περιοδικό άρχισε να στέλνει ερωτήσεις των αναγνωστών στον ίδιο τον Rosa και αυτός όχι μόνο απαντούσε, αλλά πολλές φορές έδινε εξ' ολοκλήρου συνεντεύξεις στο περιοδικό. Και κάπου σε αυτό το σημείο, αρχίζει η μαύρη εποχή του περιοδικού.
Comment