Συνήθως σε παιχνίδια που μου είπαν το κάτι παραπάνω είναι δύσκολο να γράψω εντυπώσεις αποφεύγοντας να ακουστώ υπερβολικός ή αποφεύγοντας να προσδώσω ποιητική διάθεση στα γραφόμενα. Και να θέλω δηλαδή, ήταν τόσο έντονη η εμπειρία που πάει το χέρι μόνο του. Οπότε για να φύγει από τη μέση, το Infinite είναι ένα από τα καλύτερα παιχνίδια που έχω παίξει ποτέ. Δεν θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω διαφορετικά όταν, τελειώνοντας το παιχνίδι και επιστρέφοντας στους τέσσερις τοίχους του δωματίου, προσπάθησα να κατανοήσω το mindfuck της υπόθεσης σχηματίζοντας ξανά και ξανά τις εικόνες και τους χαρακτήρες, με το μυαλό μου απόλυτα εναρμονισμένο στη πραγματικότητα της Columbia, αισθανόμενος έντονα την υπερβατική δύναμη της όλης εμπειρίας.
Είναι όπως σε ταινίες σαν το Fight Club ή το Donnie Darko όπου μένεις να ενώνεις τα κομμάτια του παζλ, ώρες μετά τη προβολή, θέλοντας να μοιραστείς τη στιγμή με κάποιον. Το Ιnfinite κατάφερε να με φέρει σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση. Μια σύγκριση ίσως θα αδικούσε και τους δύο τίτλους, αναλογικά πάντως θα έλεγα με πάσα σιγουριά ότι πρόκειται για το Half Life 2 της εποχής μας. Η αφήγηση, το σενάριο και οι χαρακτήρες του Infinite είναι μοναδικά στο είδος και για όποιον ψάχνει το κάτι παραπάνω στα videogames, κοιτώντας πέρα από μηχανισμούς, πιστεύω θα τον λατρέψει το τίτλο.
Το shooting μάλλον το γνωρίζεται όλοι οπότε τι να αναφέρω σε αυτό. Κλασσικό Bioshock είναι. Οι μάχες κάνουν εντονότερη τη παρουσία τους σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι, τόσο στη συχνότητα που εμφανίζονται όσο και στο πόσο μπορούν να κρατήσουν κι αυτό γιατί υπάρχουν μεγαλύτερα πεδία δράσης από την κλεισούρα της Rapture. Τα Vigors και tears ανεβάζουν τη δράση σε ένα μάλλον αδιάφορο να εμφαθύνει σε σύγχρονους FPS μηχανισμούς σύστημα αλλά ποτέ δεν ήταν αυτό το ζητούμενο στα Bioshock. Βάζοντας level design, shooting και ειδικές δυνάμεις στο μπλέντερ, κάθε αναμέτρηση μπορεί να προσεγγιστεί όπως επιθυμούμε ενώ δημιουργούνται μερικές κορυφαίες στιγμές, όπως κάθε φορά που μας κάνει τη τιμή να εμφανιστεί ένας Handyman για να σπείρει το πανικό.
Η Columbia δίνει χώρο για εξερεύνηση ενώ δεν λείπει το backtracking για μερικές ειδικές περιπτώσεις όπου θα έχουμε βρει το Shock vigor ας πούμε και θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω ώστε να ενεργοποιήσουμε εκείνους τους τρεις ξεχασμένους πυλώνες που βρήκαμε σε διάφορα σημεία του χάρτη ώστε να πάρουμε τα μυστικά collectibles και αναβαθμίσεις. Καλή φάση, απλά από ένα σημείο και μετά, συνεπαρμένος από το σενάριο, η σχολαστική και εξονυχιστική μου διάθεση πήγαν περίπατο.
Αυτά είναι τα εύκολα. Ε μετά όλα τα υπόλοιπα δεν λέγονται με λόγια, παίζονται και βιώνονται αναλόγως. Είτε σας είπε κάτι το πρώτο Bioshock, είτε ψάχνετε πρωτότυπες και καλογραμμένες ιστορίες.
Το παιχνίδι βγήκε στις 18 ώρες στο Normal, χρόνος που δεν ανταποκρίνεται στη πραγματικότητα όταν σταματάς και χαζεύεις το τοπίο, ψάχνεις την κατάλληλη γωνία για να βγάλεις φωτογραφίες ή απλά στέκεσαι με δέος μπροστά στη δύναμη της εικόνας.
Είναι όπως σε ταινίες σαν το Fight Club ή το Donnie Darko όπου μένεις να ενώνεις τα κομμάτια του παζλ, ώρες μετά τη προβολή, θέλοντας να μοιραστείς τη στιγμή με κάποιον. Το Ιnfinite κατάφερε να με φέρει σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση. Μια σύγκριση ίσως θα αδικούσε και τους δύο τίτλους, αναλογικά πάντως θα έλεγα με πάσα σιγουριά ότι πρόκειται για το Half Life 2 της εποχής μας. Η αφήγηση, το σενάριο και οι χαρακτήρες του Infinite είναι μοναδικά στο είδος και για όποιον ψάχνει το κάτι παραπάνω στα videogames, κοιτώντας πέρα από μηχανισμούς, πιστεύω θα τον λατρέψει το τίτλο.
Το shooting μάλλον το γνωρίζεται όλοι οπότε τι να αναφέρω σε αυτό. Κλασσικό Bioshock είναι. Οι μάχες κάνουν εντονότερη τη παρουσία τους σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι, τόσο στη συχνότητα που εμφανίζονται όσο και στο πόσο μπορούν να κρατήσουν κι αυτό γιατί υπάρχουν μεγαλύτερα πεδία δράσης από την κλεισούρα της Rapture. Τα Vigors και tears ανεβάζουν τη δράση σε ένα μάλλον αδιάφορο να εμφαθύνει σε σύγχρονους FPS μηχανισμούς σύστημα αλλά ποτέ δεν ήταν αυτό το ζητούμενο στα Bioshock. Βάζοντας level design, shooting και ειδικές δυνάμεις στο μπλέντερ, κάθε αναμέτρηση μπορεί να προσεγγιστεί όπως επιθυμούμε ενώ δημιουργούνται μερικές κορυφαίες στιγμές, όπως κάθε φορά που μας κάνει τη τιμή να εμφανιστεί ένας Handyman για να σπείρει το πανικό.
Η Columbia δίνει χώρο για εξερεύνηση ενώ δεν λείπει το backtracking για μερικές ειδικές περιπτώσεις όπου θα έχουμε βρει το Shock vigor ας πούμε και θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω ώστε να ενεργοποιήσουμε εκείνους τους τρεις ξεχασμένους πυλώνες που βρήκαμε σε διάφορα σημεία του χάρτη ώστε να πάρουμε τα μυστικά collectibles και αναβαθμίσεις. Καλή φάση, απλά από ένα σημείο και μετά, συνεπαρμένος από το σενάριο, η σχολαστική και εξονυχιστική μου διάθεση πήγαν περίπατο.
Αυτά είναι τα εύκολα. Ε μετά όλα τα υπόλοιπα δεν λέγονται με λόγια, παίζονται και βιώνονται αναλόγως. Είτε σας είπε κάτι το πρώτο Bioshock, είτε ψάχνετε πρωτότυπες και καλογραμμένες ιστορίες.
Το παιχνίδι βγήκε στις 18 ώρες στο Normal, χρόνος που δεν ανταποκρίνεται στη πραγματικότητα όταν σταματάς και χαζεύεις το τοπίο, ψάχνεις την κατάλληλη γωνία για να βγάλεις φωτογραφίες ή απλά στέκεσαι με δέος μπροστά στη δύναμη της εικόνας.
Comment